Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα καυσαέρια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα καυσαέρια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 27 Σεπτεμβρίου 2014

Τι πρέπει να γνωρίζουμε πριν αγοράσουμε καυσόξυλα

Από τη Γενική Διεύθυνση Ανάπτυξης της Περιφέρειας Ηπείρου ανακοινώνονται σχετικά με την εμπορία, διακίνηση και πώληση καυσόξυλων τα εξής:
Η εμπορία, διακίνηση και πώληση καυσόξυλων γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 132 της υπ’ αρίθμ. Α2-718 Απόφασης του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας (Κανόνες ΔΙ.Ε.Π.Π.Υ - ΦΕΚ 2090/31-7-2014) με μονάδα μέτρησης το χωρικό κυβικό μέτρο (m3), το οποίο αναφέρεται στον όγκο που καταλαμβάνεται από το ξύλο, καθώς και από τον αέρα. Το κενό διάστημα θεωρείται ως γεμάτος χώρος.


Η διακίνηση, διάθεση και αγορά καυσόξυλων με χωρικό κυβικό μέτρο (m3) είναι υποχρεωτική και είναι προς όφελος των καταναλωτών να αναζητούν την τιμή πώλησης ανά κυβικό μέτρο στον τιμοκατάλογο του καταστήματος, ο οποίος πρέπει να είναι ανηρτημένος σε κεντρικό σημείο και καθαρογραμμένος, με ευανάγνωστα γράμματα.

Ο Τιμοκατάλογος πρέπει να περιλαμβάνει:

  • το είδος του ξύλου
  • την τιμή σε €/m3 στοιβαχτού ή
  • την τιμή σε €/m3 χύδην, καθώς και
  • τον όγκο των περιεκτών (κλωβούς, παλέτες, σάκους, μεγασάκους κ.ά.) που χρησιμοποιούν για τη διάθεση των καυσόξυλων.
Το κυβικό χωρικό μέτρο είναι προς όφελος των καταναλωτών διότι:
  • Η υγρασία των καυσόξυλων δεν επηρεάζει την τιμή πώλησης.
  • Οι καταναλωτές μπορούν να ελέγξουν πριν ή μετά την αγορά τον όγκο καυσόξυλων που αγοράζουν.
  • Ο έλεγχος του κόστους είναι ευκολότερος.
  • Η μέτρηση γίνεται με μια απλή μετροταινία.
  • Ελαχιστοποιείται η περίπτωση λάθους ή δόλιας πράξης.
  • Είναι ευκολότερη η μέτρηση του αποθηκευτικού χώρου.
Οι περιπτώσεις τιμολόγησης και διάθεσης των καυσοξύλων λιανικώς είναι μόνο δύο:
α) «Χωρικό κυβικό μέτρο χύδην» (χωρικό Μ3 ή χ.κ.μ. χύδην) νοείται ο όγκος του κυβικού μέτρου που καταλαμβάνεται από χύδην καυσόξυλα, συμπεριλαμβανομένων των ενδιάμεσων κενών αέρα που δεν είναι στοιβαγμένα.

β) «Χωρικό κυβικό μέτρο στοιβαχτού» (χωρικό Μ3 ή χ.κ.μ. στοιβαχτού) νοείται ο όγκος του κυβικού μέτρου που καταλαμβάνεται από ταχτικά στοιβαγμένα καυσόξυλα, συμπεριλαμβανομένων των ενδιάμεσων κενών αέρα.

Ο υπολογισμός του κυβικού μέτρου (Μ3) γίνεται πολλαπλασιάζοντας τις διαστάσεις του περιέκτη που έχει ορθογώνιο σχήμα (π.χ. καρότσα φορτηγού, κλούβα, παλέτα κ.α.) στον οποίο βρίσκονται τα ξύλα.

Χωρητικότητα = Μήκος x Πλάτος x Ύψος

Η τιμή κόστους των καυσόξυλων με το χωρικό κυβικό μέτρο (m3) δεν είναι μεγαλύτερη από αυτή του κιλού/τόνου με τον οποίο πωλούνταν παλαιότερα.

Αναλυτικότερα,  ένας απλός υπολογισμός γίνεται στον παρακάτω πίνακα:
Παράδειγμα
:
Για 1 τόνο οξυά σε στοιβαγμένα καυσόξυλα μήκους 33 cm θα πρέπει να πάρουμε 2,20 χ.κ.μ. (m3) ή σε χύδην καυσόξυλα 3,27 χ.κ.μ. (m3). Αν λοιπόν για 1 τόνο οξυάς δίναμε παλαιότερα 140,00 €, κατ’ αντιστοιχία φέτος θα πρέπει να δώσουμε περίπου 63,50 € για 1 χ.κ.μ. (m3) στοιβαγμένα καυσόξυλα ή 43,00 € για 1 χ.κ.μ. (m3) χύδην καυσόξυλα. Ενώ για 1 τόνο ελιά σε στοιβαγμένα καυσόξυλα μήκους 33 cm θα πρέπει να πάρουμε 1,72 χ.κ.μ. (m3) ή σε χύδην καυσόξυλα 2,54 χ.κ.μ. (m3). Αν λοιπόν για 1 τόνο ελιά δίναμε παλαιότερα 160,00 €, κατ’ αντιστοιχία φέτος θα πρέπει να δώσουμε περίπου 93,00 € για 1 χ.κ.μ. (m3) στοιβαγμένα καυσόξυλα ή 63,00 € για 1 χ.κ.μ. (m3) χύδην καυσόξυλα.

Οι λιανοπωλητές εξασφαλίζουν με κάθε πρόσφορο τρόπο την προστασία των καυσόξυλων από δυσμενείς καιρικές συνθήκες, που ενδέχεται να αλλοιώσουν τα χαρακτηριστικά του προς διάθεση προϊόντος, και την ανάμειξη των ειδών διαφορετικής προέλευσης, ποιότητας και τιμής. Δεν επιτρέπεται η πώληση ή δωρεάν διάθεση οποιασδήποτε ξυλείας εμποτισμένης με πισσέλαιο (κομμένη ξυλεία από παλιούς στύλους ΔΕΗ/ΟΤΕ) ή «πράσινης» ξυλείας (εμποτισμένης με άλατα) ή οποιασδήποτε τεχνητής ξυλείας συγκολλημένου ξύλου (κόντρα-πλακέ, νοβοπάν, ινοσανίδων/MDF κ.ά.) προς καύση.

Υπενθυμίζεται πως τα σύμπηκτα (pellets), οι μπριγκέτες και τα κάρβουνα πωλούνται κατά κιλό.

Κυρώσεις
Για τους παραβάτες των διατάξεων της εν λόγω απόφασης επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο το ύψος του οποίου φθάνει από 500-5.000 ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα της πράξης παράβασης.

Οι καταναλωτές θα πρέπει να αναζητούν τις παραπάνω πληροφορίες και να αγοράζουν με το κυβικό μέτρο (Μ3), όπως επιβάλλει η νομοθεσία, κάνοντας έρευνα στην αγορά και συγκρίνοντας τις τιμές που διαμορφώνουν οι πωλητές, επιλέγοντας την τιμή που τους συμφέρει, ανάλογα και με το είδος του ξύλου που αγοράζουν.

Πηγή: Β.Μ.

[zougla.gr]
27/9/14
--
-
ΣΧΕΤΙΚΑ:

Τετάρτη 7 Μαΐου 2014

ΠΟΥ: Επιδεινώνεται η μόλυνση στις πόλεις

 Από την έρευνα αυτή, η οποία έγινε σε 1.600 πόλεις σε 91 χώρες, διαπιστώνεται ότι μόνον το 12% του συνολικού πληθυσμού αυτών των αστικών κέντρων αναπνέει αέρα που είναι συμβατός με τις προδιαγραφές του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
"Συνολικά δυστυχώς η κατάσταση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης επιδεινώνεται", διαπιστώνει η Μαρία Νέιρα, διευθύντρια του τμήματος δημόσιας υγείας του ΠΟΥ στην Γενεύη.
Οι πόλεις που έχουν πληγεί περισσότερο από αυτήν την επιδείνωση βρίσκονται στις αναπτυσσόμενες χώρες, ενώ πόλεις πλούσιων χωρών είδαν την ποιότητα του αέρα τους να βελτιώνεται.

Σε προηγούμενη έκθεση που έδωσε στην δημοσιότητα τον Μάρτιο, ο ΠΟΥ επισήμαινε ότι η ρύπανση αυτή με σωματίδια, η οποία οφείλεται κυρίως στην καύση άνθρακα και στις μηχανές των οχημάτων που καίνε ντίζελ, είχε συμβάλει στον θάνατο 3,7 εκατομμυρίων ανθρώπων στον κόσμο το 2012.
"Η ατμοσφαιρική ρύπανση επηρεάζει σοβαρά την υγεία, η κατάσταση είναι πραγματικά δραματική", δήλωσε η Νέιρα σε δημοσιογράφους.
Η ρύπανση αυτή συνδέεται με θανάτους από καρδιολογικά προβλήματα, αναπνευστικά νοσήματα και καρκίνο των πνευμόνων.
Τα επίπεδα των σωματιδίων PM10 είναι για παράδειγμα τα εικοσαπλάσια από αυτά που προβλέπονται από τις προδιαγραφές (20 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο) στο Ραουαλπίντι στο Πακιστάν και 28 φορές ανώτερα του επιτρεπόμενου στο Νέο Δελχί.
Επίσης οι συγκεντρώσεις των σωματιδίων PM2,5, τα οποία μπορούν να περάσουν στο αίμα μέσω των πνευμόνων, είναι οι δεκαπλάσιες αυτών που προβλέπουν οι προδιαγραφές (10 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο) στο Ραουαλπίντι και οι 15πλάσιες στο Νέο Δελχί.
"Δεν μπορούμε να αγοράσουμε καθαρό αέρα σε φιάλες, αλλά οι πόλεις μπορούν να λάβουν μέτρα για να βελτιωθεί η ποιότητα του αέρα και να σώσουν την ζωή των κατοίκων τους", υπογράμμισε ο γιατρός Κάρλος Ντόρα, της υπηρεσίας του ΠΟΥ η οποία είναι αρμόδια για την δημόσια υγεία, επικαλούμενος τα παραδείγματα της Μπογκοτά και της Κοπεγχάγης, όπου οι πληθυσμοί ενθαρρύνονται να περπατούν, να κυκλοφορούν με ποδήλατο και να μετακινούνται με τις δημόσιες συγκοινωνίες. 
 [enet.gr]
7/5/14

Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2014

Οι ευρωβουλευτές αποφασίζουν για τις εκπομπές CO2 των επιβατικών αυτοκίνητων

Στην Ευρώπη το 1/5 των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα προέρχεται από καυσαέρια αυτοκινήτων. Από το 1990 μέχρι το 2008 οι εκπομπές CO2 από τις οδικές μεταφορές αυξήθηκαν κατά 26%. Τη μείωση εκπομπών CO2 από τα νέα επιβατικά αυτοκίνητα από το 2020 και την επίτευξη συμφωνίας με το Συμβούλιο, συζητά την Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου η ολομέλεια, ενώ την Τρίτη ψηφίζει για τους νέους κανόνες.

Έπειτα από σκληρές διαπραγματεύσεις οι ευρωβουλευτές και οι εκπρόσωποι των κυβερνήσεων στο Συμβούλιο συμφώνησαν στη μείωση των εκπομπών CO2 σε 95γρ/χλμ κατά μέσο όρο. Στόχος είναι μέχρι το 2020 το 95% των καινούριων επιβατικών αυτοκινήτων να πληρούν αυτή την προϋπόθεση. Το επιτρεπτό όριο σήμερα για τα επιβατικά αυτοκίνητα είναι 160γρ/χλμ CO2. Η συμφωνία είχε την στήριξη της επιτροπής Περιβάλλοντος από τις 17 Δεκεμβρίου του 2013.


Πώς θα μειωθούν οι εκπομπές CO2;
Η πρόταση εισάγει ένα νέο σύστημα κινήτρων, προκειμένου τα αυτοκίνητα που κατασκευάζονται να εκπέμπουν λιγότερους ρύπους. 
  • Αν οι κατασκευαστές παράγουν αυτοκίνητα που εκπέμπουν λιγότερο από 50 γρ/χλμ, τότε θα συλλέγουν "υπερμόρια" από το 2020 μέχρι το 2022. Όσες αυτοκινητοβιομηχανίες δεν πιάσουν τον στόχο, θα είναι υποχρεωμένες να καταβάλουν "τίμημα υπέρβασης εκπομπών".

Μετά από την ψηφοφορία στην επιτροπή, ο εισηγητής, ThomasUlmer (ΕΛΚ, Γερμανία), είχε δηλώσει "δώσαμε μάχη για να πετύχουμε μία καλή συμφωνία, που να συνδυάζει ευελιξία για τους κατασκευαστές, προστασία του περιβάλλοντος και να είναι συμφέρουσα για τους καταναλωτές. Αυτή είναι μια καλή συμφωνία και για τα τρία μέρη".

Προκειμένου να τεθεί σε ισχύ η συμφωνία, πρέπει η Ολομέλεια και το Συμβούλιο Υπουργών των κρατών μελών να την εγκρίνουν.

Το άρθρο συνοδεύεται από την φωτογραφία "Enjoy", του Βέλγου Stéphane Debrulle, που ήταν ο νικητής του διαγωνισμού "Guest Photographer" για τον Ιανουάριο.

Κάθε μήνα, μέχρι τις ευρωεκλογές, θα ανακοινώνεται ένα θέμα για το ποίο θα μπορείτε να μας στέλνετε τις φωτογραφίες σας.
 http://www.europarl.europa.eu/news/el/news-room/content/20140222STO36702/
24/2/14
----

Σάββατο 26 Ιανουαρίου 2013

Καυσόξυλα, ποιότητα καύσης και απόδοση

 Νίκος Λουπάκης 
Το είδος και η κατάσταση των καυσόξυλων παίζουν καθοριστικό ρόλο στην ποιότητα της καύσης. Κατά συνέπεια, ο καταναλωτής – χρήστης τζακιού ή ξυλόσομπας πρέπει να έχει υπόψη του εκείνους τους παράγοντες που επηρεάζουν την απόδοση
Πριν πούμε οτιδήποτε για καυσόξυλα πρέπει να θυμίσουμε ότι καύση είναι η ένωση κάποιου υλικού (στην προκειμένη περίπτωση του ξύλου που περιέχει σε διάφορες μορφές άνθρακα και υδρογόνο) με το οξυγόνου και η μετατροπή τους σε διοξείδιο του άνθρακα, νερό και θερμική ενέργεια (θερμότητα). Στη χημεία μιλάμε για «εξώθερμη» αντίδραση που πραγματοποιείται με έκλυση θερμότητας αποδίδοντας περίπου 4,5 – 5,5 kWh ανά ένα κιλό ξηρού καυσόξυλου.

Μεταξύ των διαφορετικών δασικών ειδών συναντάμε διαφορετική χημική σύνθεση, πυκνότητα και δομή, γεγονός που έχει άμεσο αντίκτυπο στο τελικό προϊόν, δηλαδή στα καυσόξυλα και κατά συνέπεια στην καύση.
Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η πυκνότητας της ελάτης είναι περίπου 400 kg/m3, του πεύκου 500-550 kg/m3, της οξιάς 700-750 kg/m3, και της δρυός 750-800 kg/m3. Αυτό σημαίνει ότι για να πάρουμε την ίδια ποσότητα ενέργειας, με τη μορφή θερμότητας κατά την καύση των ξύλων, θα χρειαστούμε διπλάσια σε όγκο ποσότητα ελάτης απ’ ότι δρυός. Γενικά καλό είναι να χρησιμοποιούμε ξύλα με πυκνότητα πάνω από 550 kg/m3, χωρίς αυτό να αποκλείει τη χρήση της ελάτης, εφόσον αυτή είναι διαθέσιμη σε μια περιοχή (κάτι τέτοιο συμβαίνει στο Περτούλι, όπου υπάρχει δάσος ελάτης).
Γενικώς τα κωνοφόρα (κυρίως τα πεύκα) περιέχουν ρητίνες, ιδιαίτερα στο φλοιό τους και αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να παράγεται πολύς καπνός κατά την καύση τους, ενώ οξιά και δρυς χαρακτηρίζονται από καθαρότερη καύση.
Πιο εύκολα καίγονται τα ξύλα με μεγάλους πόρους (που επιτρέπουν την είσοδο του οξυγόνου) και αυτό έχει να κάνει αποκλειστικά με το είδος του δέντρου και όχι με την προέλευσή του.
Η δρυς θεωρείται ιδιαίτερα κατάλληλη για καύση. Στην Ελλάδα έχουμε 10 είδη δρυός από τα οποία τα 8 καίγονται καλά, ενώ τα άλλα δύο όχι. Αυτά όμως δεν μπορεί να τα ξεχωρίσει κανείς με γυμνό μάτι (ούτε οι καταναλωτές ούτε οι έμποροι), απαιτούνται ειδικές γνώσεις και εξέταση στο μικροσκόπιο. Οι υλοτόμοι όμως οφείλουν εμπειρικά να γνωρίζουν τις ποικιλίες, ανάλογα με την περιοχή στην οποία δραστηριοποιούνται. Παράδειγμα ξύλου που καίγεται σωστά αποτελεί η λευκή δρυς του Χολομώντα.
Από την άλλη μεριά η ακακία, παρόλο που έχει μεγάλη πυκνότητα και θεωρείται «βαρύ» ξύλο δεν καίγεται εύκολα γιατί έχει μικρούς πόρους.
Σε γενικές γραμμές το είδος του ξύλου που θα χρησιμοποιήσουμε εξαρτάται και από τη διαθεσιμότητα. Στα νησιά και σε περιοχές που υπάρχουν ελαιώνες χρησιμοποιείται ευρύτατα η ελιά, που «κρατάει» αρκετά καθώς δεν έχει μεγάλη φλόγα και καίγεται πιο αργά από άλλα ξύλα.
Πέρα όμως από την ποιότητα και το είδος των καυσόξυλων, ένας παράγοντας που επηρεάζει καθοριστικά την καύση είναι η υγρασία.
Όταν κόβεται ένα δέντρο, η υγρασία των καυσόξυλων που προκύπτουν κυμαίνεται από 50% έως 100% (!), ανάλογα με την εποχή που πραγματοποιείται η υλοτόμηση. Για να καεί σωστά το ξύλο πρέπει η υγρασία του να κατέβει τουλάχιστον στο 20%, ενώ ιδανική θεωρείται η υγρασία όταν είναι 12% έως 15%.Αν λοιπόν τα ξύλα κοπούν την άνοιξη ή έστω τον Ιούνιο και τα αφήσουμε να στεγνώσουν κάτω από ένα υπόστεγο, σε καλά αεριζόμενο χώρο, είναι μια χαρά για να τα κάψουμε το χειμώνα.
Ωστόσο αυτό φαίνεται ότι δεν συμβαίνει και οι ξυλέμποροι πολύ συχνά πωλούν «φρέσκα» ξύλα, που δεν ανάβουν εύκολα, ενώ και όταν ανάβουν καταναλώνουν ένα μεγάλο μέρος της ενέργειας που αποδίδουν για να αποβάλλουν την υγρασία που περιέχουν. Οπότε τα καυσόξυλα πρέπει να αγοράζονται τουλάχιστον ένα εξάμηνο πριν τη χρήση τους και όχι τελευταία στιγμή.
Η άποψη ότι τα δέντρα που βρίσκονται σε ανήλιαγες πλαγιές καίγονται πιο δύσκολα είναι απλώς δοξασία – δεν έχει επιστημονική τεκμηρίωση. Ούτε η χώρα προέλευσης παίζει ρόλο. Η ίδια ποικιλία δρυός, όταν έχει την ίδια υγρασία θα καεί με τον ίδιο τρόπο είτε από Ελλάδα προέρχεται, είτε από Βουλγαρία είτε από Ρουμανία.
Συνοπτικά
  • Δρυς: δίνει ωραία φλόγα, έχει μεγάλη πυκνότητα και μεγάλη διάρκεια καύσης
  • Οξιά: σκληρό ξύλο με αρκετά μεγάλη πυκνότητα, κατάλληλο για καύση, καίγεται πιο γρήγορα από τη δρυ
  • Πεύκο: μαλακό, αρπάζει εύκολα, δίνει γρήγορα μεγάλη φλόγα, καίγεται όμως γρήγορα και αφήνει πολλά κατάλοιπα στην καπνοδόχο
  • Έλατο: αρπάζει εύκολα, δίνει μεγάλη φλόγα και καίγεται σχετικά γρήγορα (προτιμούμε λευκή και αποφεύγουμε την ερυθρή ελάτη γιατί μπορεί να έχουμε «σκασίματα» κατά την καύση)
  • Πουρνάρι: σκληρό ξύλο, ιδιαίτερα κατάλληλο για καύση, αλλά δυσεύρετο
  • Ελιά: δίνει μικρότερη φλόγα, αλλά έχει τη μεγαλύτερη διάρκεια
  •  .pemptousia.gr
  • 24/01/13

Σάββατο 29 Δεκεμβρίου 2012

Ενεργειακό τζάκι και ενεργειακή απόδοση

   Νίκος Λουπάκης
Αν κάψουμε ένα λίτρο πετρέλαιο θα εισπράξουμε περίπου 10,5 kWh ενέργειας με τη μορφή θερμότητας. Ένα κιλό ξύλο θα μας δώσει από 3,3 έως 4,2 kWh (ανάλογα με το πόσο στεγνό είναι), ενώ από ένα κιλό πέλετ θα πάρουμε περίπου 4,8 kWh θερμότητας. 
Τα παραπάνω ισχύουν στην περίπτωση «ιδανικής» καύσης. Επειδή όμως στην πράξη υπάρχει θερμότητα που δεν παράγεται (ατελής καύση) ή «χάνεται» με τα καυσαέρια, η ενέργεια που μας ζεσταίνει (Qβ) είναι μικρότερη από τη θεωρητική (Qα). Οπότε δεν αρκεί να διαιρέσουμε το κόστος αγοράς του κάθε καυσίμου με  τη θεωρητική θερμότητα που αυτό μπορεί να αποδώσει για να βρούμε το κόστος του kWh. Πρέπει να ληφθεί υπόψη και ο τρόπος που θα πραγματοποιηθεί η καύση.

Τη σχέση της ωφέλιμης ενέργειας ως προς τη θεωρητική μας δείχνει η επί τοις εκατό απόδοση: (Qβ/Qα)·100. Στην περίπτωση κεντρικής θέρμανσης που λειτουργεί με πετρέλαιο επιτυγχάνεται απόδοση της τάξης του 93-95%, κάτι που σημαίνει ότι η ωφέλιμη για τη θέρμανση ενέργεια είναι 9,8-10,0 kWh.
Η έννοια της απόδοσης υπάρχει βέβαια και στις σόμπες, και στα τζάκια και αναφέρεται στις προδιαγραφές τους, εφ’ όσον πρόκειται για πιστοποιημένα προϊόντα. Αντιλαμβανόμαστε ότι όσο μεγαλύτερη είναι η απόδοση μιας σόμπας τόσο λιγότερα καύσιμα θα καταναλώσουμε.
Οι ξυλόσομπες λοιπόν επιτυγχάνουν απόδοση 65-80%, οι σόμπες πέλετ 85-94%, ενώ τα ενεργειακά τζάκια 60-80%.
Ενεργειακό τζάκι. Διακρίνονται οι περσίδες αερισμού από τις οποίες βγαίνει ο θερμός αέρας που ζεσταίνει το χώρο.

Το ενεργειακό τζάκι παρουσιάζει ενδιαφέρον στις περιπτώσεις ιδιοκατοίκησης, καθώς πρόκειται για μόνιμη εγκατάσταση με κόστος υπολογίσιμο. Σε ένα ενεργειακό τζάκι η θερμότητα των καυσαερίων αξιοποιείται για να  ζεσταθεί καθαρός αέρας που κυκλοφορεί στη συνέχεια στο χώρο θερμαίνοντάς τον σχετικά ομοιόμορφα, ενώ η ακτινοβολία παίζει δευτερεύοντα (ή και τριτεύοντα) ρόλο, αφού κατά η εστία της καύσης είναι μερικώς ή εντελώς κλειστή από εμπρός, με ειδικό τζάμι.
Πρόκειται δηλαδή για τζάκια που λειτουργούν σαν αερόθερμα και εξασφαλίζουν απόδοση της τάξης του 70-75% (σε ιδανικές συνθήκες μπορεί να φτάσει και το 87%) όταν η απόδοση των παραδοσιακών τζακιών φτάνει στην καλύτερη περίπτωση το 12%. Το αυξημένο κόστος τους (της τάξης των 2.500 – 3.000 ευρώ) αποσβένεται με την πάροδο του χρόνου με τη χρήση τους, συμβάλλοντας στην εξοικονόμηση πετρελαίου.
Το ενεργειακό τζάκι είναι βέβαια αρκετά ακριβή λύση, με πολύ «μερεμέτι» και είναι καλύτερα να τοποθετείται κατά το χτίσιμο ενός σπιτιού. Μπορεί όμως να εγκατασταθεί και εκ των υστέρων, καθώς διατίθενται έτοιμες «κασέτες» που μπορούν να τοποθετηθούν στην εστία ενός υπάρχοντος τζακιού, εφόσον αυτή είναι μεγάλη, με κόστος 1.500 έως 2.000 ευρώ. Ωστόσο οι ειδικοί προτείνουν πιο ριζικές λύσεις (γκρέμισμα της υπάρχουσας κατασκευής) καθώς το κόστος της εγκατάστασης είναι παρεμφερές.

Πεμπτουσία 28/12/12

---

ΣΧΕΤΙΚΑ:

--

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΠΟ ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ:

Ενεργειακά τζάκια: Χαρακτηριστικά & απόδοση
Θερμαντική ικανότητα
75 m2
100 m2
130 m2
Ισχύς (kW)
11
14
19
Κατανάλωση (kg/h)
3,5
4,7
5,5
Κόστος λειτουργίας (€ /h)
0,63
0,85
0,99
Τιμή (€)
3000
3500
4000
Παρατηρήσεις: Τα παραπάνω στοιχεία είναι ενδεικτικά. Η ισχύς που απαιτείται για την θέρμανση ενός χώρου εξαρτάται από τη μόνωσή του. Η αποδιδόμενη ισχύς εξαρτάται τόσο από το μέγεθος της εστίας όσο και από διαμόρφωσή της. Το κόστος λειτουργίας ανά ώρα έχει υπολογιστεί με βάση την τιμή των καυσόξυλων στην Αθήνα (0,18 €/kg). Οι τιμές είναι ενδεικτικές, περιλαμβάνουν και την εγκατάσταση, εξαρτώνται όμως σε μεγάλο βαθμό από την εξωτερική διακόσμηση.   

Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2012

Θέρμανση: Οι σόμπες πέλετ

Οι σόμπες πέλετ θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι μια τεχνολογικά εξελιγμένη μορφή ξυλόσομπας, αφού στην εστία της καίγεται κάποια μορφή ξύλου, μόνο που εδώ η καύση είναι πολύ πιο ελεγχόμενη, πιο ασφαλής, πιο αποδοτική, προγραμματιζόμενη και δεν προκύπτουν προβλήματα κάπνας, καθώς η εξαγωγή καυσαερίων γίνεται με μηχανικό τρόπο.
Το πέλετ (pellet) ή αν θέλετε οι «κάψουλες βιομάζας» έχουν από πέρυσι αποκτήσει ενδιαφέρον ως αντικαταστάτης του πετρελαίου θέρμανσης, τόσο στις κεντρικές θερμάνσεις όσο και στις ατομικές λύσεις θέρμανσης, δηλαδή στις σόμπες.

Το πέλετ είναι επί της ουσίας συμπιεσμένο πριονίδι που έχει τη μορφή κάψουλας και διατίθεται σε σάκους, είναι δε δοκιμασμένο προϊόν που χρησιμοποιείται ευρύτερα – και μάλιστα από χρόνια – με επιτυχία στις βορειοευρωπαϊκές χώρες, για χρήση τόσο στις κεντρικές θερμάνσεις, όσο και στις σόμπες. Η τιμή του κυμαίνεται μεταξύ 0,25 και 0,35 ευρώ το κιλό, είναι δηλαδή αρκετά ακριβότερο από το ξύλο, στην πράξη όμως η διαφορά τιμής μπορεί να αντισταθμιστεί από την υψηλότερη απόδοση.
Οι απαιτήσεις ως προς την καπνοδόχο είναι κατά πολύ μικρότερες σε σχέση με τις ξυλόσομπες. Εδώ αρκεί η εξωτερική καπνοδόχος να έχει ύψος 1,5 μ. και δεν χρειάζεται να μας απασχολεί τι υπάρχει τριγύρω (μπορεί να τοποθετηθεί ακόμα και δίπλα σε τοίχο), καθώς η εξαγωγή των καυσαερίων γίνεται με τη βοήθεια ειδικού ανεμιστήρα. Ένας ακόμα ανεμιστήρας φροντίζει για την κυκλοφορία του ζεστού αέρα από τη σόμπα προς τον χώρο που θέλουμε να θερμάνουμε (δηλαδή η σόμπα λειτουργεί σαν αερόθερμο), ενώ ένα μικρό μοτέρ φροντίζει για την τροφοδοσία με καύσιμο, σπρώχνοντας τις κάψουλες στην εστία.
Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι χωρίς ρεύμα δεν λειτουργεί μια τέτοια σόμπα (άρα την ξεχνάμε σε διακοπή ρεύματος), οπότε στο όποιο κόστος του καυσίμου θα πρέπει να προσθέσουμε και το κόστος του ρεύματος, που σε καμιά περίπτωση όμως δεν είναι συγκρίσιμο με την κατανάλωση ενός ηλεκτρικού θερμαντικού σώματος ή ενός κλιματιστικού.
Σε αντιστάθμισμα έχουμε την υψηλότερη ενεργειακή απόδοση (μπορεί να φτάσει έως και το 94%) όταν μια ξυλόσομπα δύσκολα θα ξεπεράσει το 65%.

Σόμπες Πέλετ: Χαρακτηριστικά & απόδοση
Θερμαντική ικανότητα
40 m2
65 m2
110 m2
Ισχύς (kW)
4,0 – 6,0
4,0 – 10,0
6,0 – 15,0
Κατανάλωση (kg/h)
1,0 – 1,5
1,0 – 2,1
1,5 – 3,6
Κόστος λειτουργίας (€ /h)
0,30 – 0,45
0,30 – 0,63
0,45 – 1,08
Τιμή (€)
1200 – 1800
1700 – 2100
2200 – 2700
Παρατηρήσεις: Τα παραπάνω στοιχεία είναι ενδεικτικά. Η ισχύς που απαιτείται για την θέρμανση ενός χώρου εξαρτάται από τη μόνωσή του. Υπάρχει δυνατότητα ρύθμισης της αποδιδόμενης ισχύος από τον χρήστη. Το κόστος λειτουργίας ανά ώρα έχει υπολογιστεί με την παραδοχή ότι η λιανική τιμή του πέλετ είναι 0,30 €/kg. Οι τιμές περιλαμβάνουν ΦΠΑ. Δεν περιλαμβάνεται το κόστος εγκατάστασης που μπορεί να φτάσει ακόμα και τα 300 ευρώ.


Ιδιαίτερη κατηγορία αποτελούν οι σόμπες πέλετ «νερού». Πρόκειται επί της ουσίας για μικρούς καυστήρες (υποκατάστατο του λέβητα της κεντρικής θέρμανσης) αφού το μεγαλύτερο μέρος της θερμότητας που παράγουν καταναλώνεται για τη θέρμανση νερού, που στη συνέχεια ζεσταίνει τα σώματα του καλοριφέρ και μόνο ένα μικρό μέρος αυτής (γύρω στο 20%) ζεσταίνει απ’ ευθείας το χώρο, σαν ένα μεγάλο σώμα καλοριφέρ.
Πρόκειται για λύση που μπορεί να χρησιμοποιηθεί εύκολα τόσο σε μικρές μονοκατοικίες όσο και σε διαμερίσματα, αρκεί το υπάρχον σύστημα κεντρικής θέρμανσης να έχει αυτονομία. Σε αυτή την περίπτωση στέλνουμε το ζεστό νερό από τη σόμπα στο συλλέκτη του διαμερίσματός μας, κλείνοντας την κεντρική θέρμανση.
Μια σόμπα πέλετ νερού 14 kW (για 80-100 τ.μ.) κοστίζει περίπου 2.500 – 3.000 ευρώ, όμως στο ποσό αυτό, εκτός από το κόστος εγκατάστασης της καμινάδας, θα πρέπει να προσθέσετε και το κόστος της εγκατάστασης των απαραιτήτων σωληνώσεων. Σημειώνουμε ότι μια σόμπα πέλετ νερού περιέχει όλους τους απαραίτητους αυτοματισμούς και τις διατάξεις ασφαλείας (δοχείο διαστολής, κυκλοφορητής), ενώ σε περίπτωση διακοπής ρεύματος διακόπτεται η καύση, οπότε δεν προκύπτουν τα ζητήματα ασφαλείας που προκύπτουν στις ξυλόσομπες νερού.
Τέλος όλες οι σόμπες πέλετ (τόσο οι απλές όσο και νερού) έχουν τη δυνατότητα να δεχτούν πλήθος αυτοματισμών, αφού λειτουργούν με ηλεκτρικό ρεύμα και μπορούν να τεθούν σε λειτουργία (να ανάψουν) και να σβήσουν μόνες τους, ενώ πολλές διατίθενται και με τηλεχειριστήριο.
Κλείνοντας θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η σχετικά υψηλή τιμή είναι σίγουρα αντικίνητρο για την αγορά μιας σόμπας πέλετ, καθώς η απόσβεση δεν είναι βέβαιο ότι θα έρθει από τον πρώτο χρόνο της λειτουργίας της. Σε βάθος χρόνου όμως το όφελος μπορεί να θεωρείται δεδομένο.
20/12/12
-----
ΣΧΕΤΙΚΑ:
 

Τρίτη 13 Νοεμβρίου 2012

Τσιμεντοβιομηχανία με οικολογική συνείδηση...αξιοποιώντας πλήρως τη θερμότητα από τα καυσαέρια

Η παραγωγή του τσιμέντου απαιτεί πολλή ενέργεια και νερό εκπέμποντας ταυτόχρονα μεγάλες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα. Ένα εργοστάσιο στη Βαυαρία δείχνει ότι υπάρχει καλύτερος τρόπος.
Πρώτες ύλες, όπως ο ασβεστόλιθος, που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του τσιμέντου θερμαίνονται σε ειδικούς φούρνους σε θερμοκρασία 1500 βαθμών Κελσίου. Τα καυσαέρια βγαίνουν από το φούρνο σε μία θερμοκρασία περίπου 1000 βαθμών. Ένα μέρος αυτής της θερμότητας χρησιμοποιείται ήδη για την αποξήρανση και την προθέρμανση των πρώτων υλών, ωστόσο, περίπου τα δύο τρίτα αυτής εξακολουθούν να πηγαίνουν χαμένα.


«5-6 Megawatt ηλεκτρισμού» παράγονται στο εργοστάσιο του Ρόντορφ, λέει ο κ. Λάιμπλινγκερ 
«5-6 Megawatt ηλεκτρισμού» παράγονται στο εργοστάσιο του Ρόντορφ, λέει ο κ. Λάιμπλινγκερ
 
Η τσιμεντοβιομηχανία Portland στο Ρόντορφ της νότιας Βαυαρίας έχει βρει έναν αποτελεσματικότερο και πιο… πράσινο τρόπο λειτουργίας. Από τον Ιούνιο του 2012 διοχετεύει τη θερμότητα των καυσαερίων σε μία τουρμπίνα, με τη βοήθεια της οποίας παράγεται ηλεκτρικό ρεύμα. Όπως λέει ο Χέλμουτ Λάιμπλινγκερ, τεχνικός του εργοστασίου, «παράγουμε 5-6 Megawatt ηλεκτρισμού». Αυτό ισοδυναμεί με την ετήσια κατανάλωση ρεύματος περίπου 16.000 νοικοκυριών ή με το 30% των αναγκών του εργοστασίου.

Την ίδια στιγμή, αξιοποιώντας πλήρως τη θερμότητα από τα καυσαέρια, το εργοστάσιο του Ρόντορφ μειώνει την εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα κατά 31.500 τόνους ετησίως. Επιπλέον, το εργοστάσιο εξοικονομεί και νερό. Στο παρελθόν χρειαζόταν κάθε ώρα περίπου 30 κυβικά μέτρα νερού για την ψύξη των καυσαερίων. Σήμερα αρκούν 35 κυβικά μέτρα, τα οποία κυκλοφορούν σε ένα κλειστό κύκλωμα με αποτέλεσμα το νερό να μη χρειάζεται ανανέωση.


Πολύ ακριβή επένδυση


Με τη συνδρομή αυτής της τουρμπίνας παράγεται ηλεκτρικό ρέυμα 
Με τη συνδρομή αυτής της τουρμπίνας παράγεται ηλεκτρικό ρέυμα
 
Το εργοστάσιο αυτό «αποτελεί πρότυπο για άλλες τσιμεντοβιομηχανίες στη Γερμανία και την Ευρώπη» σύμφωνα με την Μπετίνα Ρέχενμπεργκ από το γερμανικό υπουργείο Περιβάλλοντος. Ωστόσο, όπως λέει, ο τρόπος λειτουργίας της συγκεκριμένης μονάδας δεν μπορεί να αντιγραφεί πιστά από όλα τα εργοστάσια, καθώς το καθένα έχει διαφορετικές προδιαγραφές. Επίσης, όπως επισημαίνει ο Φόλκερ Χόνιχ, διευθυντής του ερευνητικού ινστιτούτου της τσιμεντοβιομηχανίας στο Ντίσελντορφ, σημαντικό ρόλο παίζει και η υγρασία των πρώτων υλών, Όπως λέει, αν το ποσοστό υγρασίας φτάνει το 10%, τότε το σύνολο της θερμότητας που παράγεται, θα καταναλώνεται για την αποξήρανση των πρώτων υλών.

Ο κ. Χόνιχ υπογραμμίζει ότι, αν το επέτρεπε η οικονομική κατάσταση κι άλλες τσιμεντοβιομηχανίες στη Γερμανία θα μιμούνταν την πρωτοβουλία του εργοστασίου στο Ρόντορφ. Η αξιοποίηση της θερμότητας των καυσαερίων για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος είναι εξαιρετικά δαπανηρή. Το εργοστάσιο του Ρόντορφ διέθεσε 31 εκ. ευρώ για την αγορά του απαραίτητου εξοπλισμού. Απόσβεση της επένδυσης αναμένεται να γίνει σε ορίζοντα 10-12 ετών.


Η ιδέα της αξιοποίησης της θερμότητας των καυσαερίων δεν είναι καινούρια πάντως. Η Γερμανία και η υπόλοιπη Ευρώπη βρίσκονται ακόμη σε πολύ πρώιμο στάδιο. Πρωτοπόροι στον συγκεκριμένο τομέα είναι η Κίνα και Ιαπωνία, όπου υπάρχουν ήδη 500 εργοστάσια τσιμέντου που χρησιμοποιούν τη συγκεκριμένη τεχνολογία.


Ralph Ahrens / Άρης Καλτιριμτζής

Υπεύθ. σύνταξης: Μαρία Ρηγούτσου 

. DEUTSCHE WELLE
13/11/12
------------

Zementwerke: Klimakiller werden umweltfreundlicher

Die Zementherstellung braucht viel Energie und verursacht viel C02 - vier Prozent der weltweiten Emissionen. Mit der richtigen Technik lässt sich aber beides einsparen, Energie und Abgase. Ein Beispiel aus Bayern.
Zementherstellung ist ein heißes Geschäft. Rohstoffe wie Kalkstein werden in einem Drehrohrofen auf 1.500 Grad Celsius erhitzt, die Abgase verlassen den Ofen immer noch mit etwa 1.000 Grad. Ein Teil der Hitze wird schon jetzt für die Trocknung und Vorerwärmung der Rohstoffe genutzt. Doch rund zwei Drittel der Energie gehen oft ungenutzt verloren.
Stromgewinnung statt Energievernichtung
Das Südbayerische Portland-Zementwerk in Rohrdorf ist jetzt effizienter und umweltfreundlicher geworden. Seit Juni 2012 treibt die Restwärme eine Turbine an, um Strom zu gewinnen. Der Verlauf im Probebetrieb sei erfolgreich, freut sich Helmut Leibinger, Verfahrenstechniker beim Portland-Zementwerk Rohrdorf. "Wir erzeugen fünf bis sechs Megawatt elektrische Leistung." Das entspricht dem Stromverbrauch von mehr als 16.000 Haushalten – oder 30 Prozent des Strombedarfs des eigenen Zementwerkes. Durch die nahezu vollständige Verstromung kann das Rohrdorfer Zementwerk also rund 31.500 Tonnen CO2-Emissionen pro Jahr einsparen.
Nicht nur das: Das Zementwerk spart auch Wasser. In der Vergangenheit brauchte das Zementwerk jede Stunde rund 30 Kubikmeter Wasser - einen kompletten Swimmingpool voll - aus einem eigenen Tiefbrunnen, um das 430 Grad heiße Abgas zu kühlen. Mit der neuen Technik zur Stromgewinnung werden nur noch 35 Kubikmeter Wasser benötigt, und zwar in einem geschlossenem Kreislauf. Das Wasser braucht also nicht erneuert zu werden.
Mit der überschüssigen Abwärme des Zementwerkes wird hier in dieser Turbine der Strom erzeugt (Bild: Zementwerk Rohrdorf)Mit der überschüssigen Abwärme des Zementwerkes wird in dieser Turbine der Strom erzeugt
Vorbild für andere Zementwerke
"Das ist ein Vorbild auch für andere Zementwerke in Deutschland und Europa“, meint Bettina Rechenberg vom Bundesumweltamt. "Wobei ich sagen muss, dass das Vorgehen sicherlich nicht eins-zu-eins auf andere Anlagen übertragen werden kann." Der Grund: Zementwerke lassen sich nicht von der Stange kaufen. Jedes Werk ist anders. Die Betriebsabläufe unterscheiden sich, ebenso die Temperaturen der Abgase. Wichtig ist auch, wie feucht die Rohstoffe sind, ergänzt Volker Hoenig, Geschäftsführer im Forschungsinstitut der Zementindustrie in Düsseldorf.
So haben die Rohstoffe in Rohrdorf einen Wassergehalt von etwa fünf Prozent. Andere Zementwerke verwenden Materialien mit höherem Wassergehalt. "Im Bereich von zehn Prozent Feuchte oder mehr muss nahezu die gesamte Abwärme für die Trocknung reserviert werden", so Hoenig. Für die Nutzung zur Stromerzeugung bliebe dann nichts übrig.
Investition rechnet sich nach zehn bis zwölf Jahren
Helmut Leibinger (Bild: Ralph Heinrich Ahrens)  
Verfahrenstechniker Leibinger
"Wenn die wirtschaftliche Situation dies erlauben würde", sagt Hoenig, dann hätten auch andere Zementwerke in Deutschland Wärmemengen übrig, um sie zu verstromen. Aber die Nutzung der Abwärme kostet zunächst einmal viel Geld: Das Portland-Zementwerk hat rund 31 Millionen Euro für die Abwärmenutzung zur Stromgewinnung bezahlt. Diese Investition würde sich bei einem Strompreis, der jährlich um etwa drei Prozent steigt, nach zehn bis zwölf Jahren rechnen, so Verfahrenstechniker Leibinger.
Da das Zementwerk einen Zuschuss von 5,4 Millionen Euro aus dem Umweltinnovationsprogramm des Bundesumweltministerium erhalten hat, verkürze sich die Amortisationszeit auf etwa zehn Jahre. Selbst das ist eine lange Zeit. "Das geht nur mit Eigentümern, die nicht auf kurzfristige Rendite setzen, sondern in langen Zeiträumen denken", betont Mike Edelmann, Geschäftsführer der Rohrdorfer Gruppe.
Entwicklungsland Deutschland
Die Idee, Abwärme konsequent zu nutzen, ist nicht neu. Deutschland ist, wie auch der Rest Europas, hier ein Entwicklungsland. Anders ist es dort, wo Strom teurer ist wie in Japan oder dort, wo die Stromversorgung instabil ist wie in China. 500 Zementwerke setzen diese Technologie in den beiden Ländern bereits heute ein. "In Japan und China gilt diese Technologie im Prinzip als Stand der Technik für neue Zementdrehöfen", erklärt Hoenig vom Forschungsinstitut der Zementindustrie. "Da Stromkosten in Japan höher sind als in Deutschland, ist dieses Vorgehen dort für die Zementwerke wirtschaftlicher." China hat entschieden, dass neue größere Zementwerke diese Technologie nutzen müssen. "Es geht dabei auch um Versorgungssicherheit", erklärt Hoenig. Es sei sinnvoll, Strom zum Teil selber zu erzeugen, um auch bei Stromausfällen etwa den Drehrohrofen am Laufen zu halten.

DW.DE

Οι νεκροί Έλληνες στα μακεδονικά χώματα σάς κοιτούν με οργή

«Παριστάνετε τα "καλά παιδιά" ελπίζοντας στη στήριξη του διεθνή παράγοντα για να παραμείνετε στην εξουσία», ήταν η κατηγορία πο...